Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΠΛΟΥΤΟΣ - ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ Εργαλείο στα χέρια της λαϊκής εξουσίας


Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της γης βασική προϋπόθεση για τη σχεδιοποιημένη κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη προς όφελος του λαού

Ρωτάνε πολλοί «και οι κομμουνιστές τι θα έκαναν σε μια τέτοια περίσταση»; Η ερώτηση φαίνεται λογική, αν και η αλήθεια είναι ότι το ΚΚΕ επανειλημμένα, και κάθε φορά πιο εμπεριστατωμένα, έχει παρουσιάσει τις προτάσεις του. Και για να αποκρουστεί άμεσα η αντεργατική θύελλα που έχει ενσκήψει ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, αλλά και συνολικά, για το μονόδρομο που ξανοίγεται ενώπιον της εργατικής τάξης, η οποία αν θέλει ένα μέλλον που θα ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του λαού και του τόπου, είναι «καταδικασμένη» να φέρει σε πέρας την ιστορική της αποστολή. Να ανατρέψει την εξουσία των μονοπωλίων, να καταργήσει την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής που αποτελεί τη βάση για την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να καταλάβει την εξουσία, με στόχο την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.Το ΚΚΕ λέει ότι μόνη διέξοδος για τους εργαζόμενους είναι να χαραχθεί μια φιλολαϊκή πολιτική που θα στηρίζεται στην αποδέσμευση της χώρας από τη λυκοφωλιά της ΕΕ και στη μονομερή διαγραφή του κρατικού χρέους που δημιούργησαν οι ανάγκες του κεφαλαίου, σε συνθήκες λαϊκής εξουσίας. Αυτό το τρίπτυχο είναι ενιαίο και αδιαίρετο, αποτελεί στοιχειώδη όρο και βασική προϋπόθεση, για οποιαδήποτε παραπέρα συζήτηση και προβληματισμό. Κάθε άλλη προσέγγιση δεν ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού. Αποτελεί πρόταση και στόχο, που δεν μπορεί ο καθένας να τον αντιλαμβάνεται και να τον προσεγγίζει με το δικό του τρόπο, άλλος να προβάλει την πλευρά της εξόδου από την ΕΕ, άλλος να διαλέγει τη διαγραφή και ο τρίτος να αρκείται στην πτυχή της λαϊκής εξουσίας. Και έχει σημασία αυτό, επειδή το εύρος της καπιταλιστικής κρίσης και η πολυπλοκότητα των αντιθέσεων ανάμεσα στις διάφορες ομάδες του κεφαλαίου φέρνουν στην επιφάνεια διαχειριστικές παρεμβάσεις των αστών, που σε άλλους καιρούς θα ήταν αδιανόητες.


Για παράδειγμα, η προοπτική της εξόδου από την ΕΕ κάποτε αποτελούσε πρόταση που πρόβαλλαν μόνο οι κομμουνιστές. Σήμερα, βλέπουμε ότι το ενδεχόμενο της αποπομπής εξετάζεται στα σοβαρά και από κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ. Βέβαια, η «έξοδος» και η «αποπομπή» μπορεί τυπικά να οδηγούν στην ακύρωση της οργανικής σχέσης που είχε η χώρα με την ΕΕ, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν είναι το ίδιο πράγμα. Η «έξοδος» είναι όπλο στα χέρια του λαού και εργαλείο για μια διαφορετικού τύπου ανάπτυξη, ενώ η «αποπομπή» θα οδηγούσε στην ακόμα πιο στυγνή εκμετάλλευση των εργαζομένων από την ντόπια άρχουσα τάξη, που θα έχανε μια σειρά προνόμια, εξαιτίας της διάρρηξης των σχέσεών της με το ευρωενωσιακό κεφάλαιο. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και με το χρέος. Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, εδώ και δύο χρόνια


μιλούσε για ένα μέρος του χρέους που θα έπρεπε να διαγραφεί ως «απεχθές», ωστόσο οι ίδιοι οι καπιταλιστές το «κουρεύουν» σε ποσοστό 50%, επειδή έτσι κρίθηκε ότι οι τράπεζες δε θα έχαναν περισσότερα. Από εκεί και πέρα, είναι κατανοητό ότι για να φτουρήσουν υπέρ των εργαζομένων τόσο η έξοδος που θα επιβάλει ο λαός, όσο και η μονομερής διαγραφή του χρέους και για να μην ξαναγυρίσουμε αργά ή γρήγορα στα ίδια, απαιτείται μια ριζικά διαφορετική εξουσία, προκειμένου να ακολουθήσουμε μια ριζικά άλλη πορεία. Χρειάζεται, με δυο λόγια, να βρεθεί στην εξουσία η εργατική τάξη με τους συμμάχους της.
Και πού θα βρείτε τα λεφτά
Από αυτούς που ρωτάνε για τις θέσεις των κομμουνιστών, οι περισσότεροι, κύρια εκείνοι που δεν έτυχε να έχουν κάποια επαφή με ντοκουμέντα και κείμενα του ΚΚΕ, περιμένουν απαντήσεις οριοθετημένες στο πλαίσιο του προβληματισμού που επιτρέπει η κρατούσα λογική. «Πού θα βρείτε λεφτά για το Α ή το Β ζήτημα;», «πόσα ευρώ θα εξασφαλιστούν εδώ, πόσα ευρώ θα δοθούν εκεί;» και άλλα παρόμοια. Πρόκειται για ερωτήματα που έχουν αντικειμενική βάση, όταν στόχος είναι η αναζήτηση επιλογών και σεναρίων για τη διαχείριση της κρίσης. Είναι, όμως, εκτός ημερήσιας διάταξης, όταν έχεις ξεκαθαρισμένο ότι το άμεσα ζητούμενο, που είναι η αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης προς όφελος του λαού, δεν μπορεί παρά να αναζητηθεί μέσα από το ριζικό αναπροσανατολισμό της κοινωνίας. Δηλαδή, μέσα από τη συνολική απόρριψη της φιλομονοπωλιακής πολιτικής, κάτι που μπορεί να γίνει μόνο με όρους ανατροπής και ρήξης με το ίδιο το σύστημα. Διέξοδο με λαϊκή εξουσία. Η λογική της διαχείρισης στις μέρες μας, ακόμα και στις περιπτώσεις που δε γίνεται αντιληπτό, είναι αποπροσανατολιστική, αδιέξοδη και εχθρική για τους εργαζόμενους. Τους παγιδεύει να ψάχνουν λύσεις στηριγμένες στο «μη χείρον» και το ...λιγότερο επώδυνο. Κι αυτό σε μια περίοδο που η άρχουσα τάξη έχει σαρώσει τα πάντα, ετοιμάζεται να ρίξει κι άλλο τους βασικούς μισθούς και μας καλεί να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι η γενιά των 700 ευρώ που ξορκίζαμε πριν πέντε χρόνια, αποτελεί πολυτέλεια και πλεονεξία.
Αν, προς στιγμή, υπέκυπτε κανείς στον πειρασμό να απαντήσει με τέτοιους όρους, θα μπορούσε πρόχειρα, αλλά καθόλα σωστά, να υποστηρίξει ότι μια κοινωνία που εξαιτίας της φιλομονοπωλιακής της πολιτικής κατάφερε να πληρώσει μέσα στην τελευταία δεκαετία 150 δισ. ευρώ μόνο για τόκους χρέους και να εξασφαλίσει ταυτόχρονα νέα περιουσιακά στοιχεία περίπου 600 δισ. για το μεγάλο κεφάλαιο μόνο την περίοδο 2003 - 2009, σίγουρα διαθέτει τους πόρους για να τα φέρει βόλτα.
Τα ερωτήματα, όμως, που συνδέουν τις προοπτικές της λαϊκής εξουσίας με διλήμματα του τύπου «πού θα βρούμε χρήματα;», πρέπει να τα ξεπεράσουμε άμεσα. Οι πραγματικές δυνατότητες και οι προοπτικές της κοινωνίας δεν υπολογίζονται σε ευρώ, δραχμές, ή οποιοδήποτε άλλο νόμισμα. Οσοι κάνουν τέτοιους υπολογισμούς μπορεί να βρεθούν προ εκπλήξεων, όπως ακριβώς με το ξέσπασμα της κρίσης. Αποδείχτηκε ότι τα ευρώ που αφορούσαν την ευρωστία της καπιταλιστικής οικονομίας ήταν υπερτιμημένα, εκείνα που διαφήμιζαν την κοινωνική ευμάρεια κάλπικα, ενώ τα δεκάδες δισ. των τραπεζών ανύπαρκτα.
Οι δυνατότητες και οι προοπτικές της κοινωνίας δεν αποτυπώνονται στην εικονική πραγματικότητα που παρουσιάζουν τα «μοντέλα» της στατιστικής των αστών που μετράνε τα πάντα σε προβολές καπιταλιστικού κέρδους και επιχειρηματικής αποτελεσματικότητας, αλλά στα πολύ απλά και μετρήσιμα από όλους αγαθά.
Στη λαϊκή οικονομία δεν μετράνε οι νομισματικές μονάδες, αλλά οι φυσικοί πόροι που μπορούν να αξιοποιηθούν για το συμφέρον ολόκληρου του πληθυσμού, η ευφορία της γης και αν μπορεί να θρέψει το λαό. Μετράνε οι εργαζόμενοι με τις ικανότητές τους και τη δυνατότητα να χειρίζονται τα εργαλεία και τα μέσα παραγωγής. Μετράνε τα εργοστάσια και οι υποδομές. Μετράνε τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας στην υπηρεσία της κοινωνικής ανάπτυξης. Μετράει η αποφασιστικότητα και τα εργαλεία της νέας εξουσίας να σχεδιάσει και να θέσει σε εφαρμογή ένα ολοκληρωμένο κεντρικά επεξεργασμένο πρόγραμμα για την ολόπλευρη ανάπτυξη της κοινωνίας, προς όφελος όλων των μελών της.
Ο υπαρκτός πλούτος
Πρώτη και καλύτερη εφεδρεία για τη στήριξη της λαϊκής οικονομίας, είναι τα εκατομμύρια των εργαζομένων, η απασχόληση των οποίων δεν αποτελεί κόστος, όπως διατείνονται οι κυβερνώντες, αλλά πηγή παραγωγής πλούτου. Η πλήρης απασχόληση του συνόλου των εργαζομένων δε θα αποτελεί για τη λαϊκή εξουσία πρόσθετο κόστος, αλλά βασική προϋπόθεση για τη συνεχή αύξηση της παραγωγής, αλλά και τη βελτίωση των όρων λειτουργίας σε διάφορους κλάδους. Η χώρα, το γνωρίζουν και το αναγνωρίζουν οι πάντες, διαθέτει ένα ιδιαίτερα αξιόλογο και πεπειραμένο εργατικό δυναμικό, εργαζόμενους με υψηλή εξειδίκευση σε διάφορους κλάδους και τομείς, όπως ναυπηγεία, ενέργεια, κατασκευές, μεταφορές.
Ο τομέας της αγροτικής οικονομίας θα είναι από τους πρώτους που θα πρέπει να στηρίξει η λαϊκή εξουσία, σε μια προσπάθεια να αποκατασταθούν τα αυτονόητα. Μια χώρα με τα εδαφοκλιματολογικά πλεονεκτήματα της δικής μας χώρας, ακόμα και με το συγκεκριμένο βαθμό μηχανοποίησης, είναι σε θέση όχι μόνο να καλύψει πλήρως τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού και τις ανάγκες της βιομηχανίας σε πρώτες ύλες, αλλά να προχωρήσει σε εξαγωγές, όπως άλλωστε γινόταν μέχρι και το 1981, όταν η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΕΟΚ. Τα τριάντα χρόνια που μεσολάβησαν ήταν μια περίοδος υπονόμευσης και καταστροφής της αγροτικής οικονομίας, επειδή αυτό υπαγόρευαν τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, κύρια των εισαγωγικών επιχειρήσεων και των καπιταλιστικών μονάδων καθετοποιημένης παραγωγής σε Ελλάδα και άλλες χώρες της ΕΕ.
Η κτηνοτροφία της χώρας, που δεν την έχουν αφήσει να αναπτυχθεί, κυρίως λόγω των συμφερόντων που υπάρχουν σε χώρες της βόρειας Ευρώπης, θα γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη, μέσα από τη δημιουργία κρατικών καθετοποιημένων μονάδων εκτροφής, παραγωγής και επεξεργασίας κρέατος, με στόχο την πλήρη κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού.
Το έγκλημα που γίνεται σε βάρος των μικρών αλιέων αποδεικνύει τις μεθόδους, με τις οποίες οι μεγάλοι αλιευτικοί στόλοι καταφέρνουν και επιβάλλουν σε επίπεδο ΕΕ μια πολιτική που στοχεύει αποκλειστικά στη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κλάδου. Είναι ενδεικτικό ότι, μόνο τους τελευταίους μήνες, η ΕΕ πλήρωσε σε Ελληνες ψαράδες πάνω από 60 εκατομμύρια ευρώ, για να καταστρέψουν εκατοντάδες σκάφη, προκειμένου οι μεγάλοι στόλοι να ψαρεύουν ανεμπόδιστα στις ελληνικές θάλασσες.
Λένε, και επαναλαμβάνουν μονότονα, ότι η Ελλάδα είναι φτωχή σε πρώτες ύλες και ορυκτά. Ψέματα. Οι αναγνωρισμένες πλουτοπαραγωγικές πηγές που διαθέτει η χώρα είναι ιδιαίτερα πλούσιες και αξιοποιήσιμες, τόσο για διάφορους τομείς της βιομηχανικής παραγωγής, όσο και για εξαγωγές. Αλλο ζήτημα, ότι ορισμένες φορές και με βάση τις διεθνείς τιμές μπορεί να μην είναι κερδοφόρες για το κεφάλαιο, με αποτέλεσμα να τις αφήνουν σε καθεστώς αδράνειας. Η χώρα πάντως φημίζεται, ακόμα και διεθνώς, για τα αποθέματα και την ποιότητα μιας σειράς ορυκτών όπως λιγνίτης, βωξίτης, αλουμίνα, περλίτης, μαγγάνιο, νικέλιο, ασβεστολιθικά αδρανή, σμηκτίτες, μαγνήσιο, χρωμίτης κ.λπ. Μιλάμε για ορυκτά στρατηγικής σημασίας, για ορισμένα από τα οποία η Ελλάδα είναι είτε μοναδική είτε η πρώτη παραγωγός χώρα στην ΕΕ. Κοντά στα παραπάνω, μπορούμε να προσθέσουμε τα υπάρχοντα αποθέματα πετρελαίου και χρυσού, τα άλλα κοιτάσματα που εκτιμάται ότι υπάρχουν στο υπέδαφος της χώρας κ.ο.κ.
Ο τομέας της βιομηχανίας, και παρά την καταστροφή που έχουν προκαλέσει οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, διαθέτει περιθώρια σημαντικής αύξησης της παραγωγικής δραστηριότητας, ώστε να καλυφθεί ένα μεγάλο μέρος των εγχώριων αναγκών. Η παραγωγή στους κλάδους της βιομηχανίας κινείται σήμερα σε υποπολλαπλάσια επίπεδα από τις δυνατότητες που υπάρχουν. Για παράδειγμα, ήδη το 2010, η παραγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών και διαρκών καταναλωτικών αγαθών ήταν μειωμένη κατά 60% - 65% σε σχέση με το 2000, εικόνα που αποδεικνύει τις δυνατότητες που έχουν οι κλάδοι της βιομηχανικής παραγωγής. Αλλωστε, με βάση τα στοιχεία του ΙΟΒΕ, επίσης το 2010, το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού κινούνταν γύρω στο 65% των δυνατοτήτων του.
Η λαϊκή οικονομία, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της γης, θα προσφέρει για πρώτη φορά στην ιστορία του τόπου τη δυνατότητα να λειτουργήσει η οικονομά με βάση τον κεντρικό σχεδιασμό, στοχεύοντας στη συνδυασμένη και ορθολογική αξιοποίηση όλων των πλουτοπαραγωγικών και άλλων πηγών - εφεδρειών που θα έχει στη διάθεσή της η κοινωνία, για να μπορεί να εξασφαλίζει την ολόπλευρη ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.
Στη συνεχώς διευρυνόμενη υλική βάση της κοινωνίας θα στηριχτούν μια σειρά υπηρεσίες που θα προσφέρονται από το κράτος πραγματικά δωρεάν και σε υψηλό επίπεδο. Ολοι οι εργαζόμενοι θα έχουν το δικαίωμα να καλύπτουν την ανάγκη τους στη στέγη. Το Δημόσιο θα καλύπτει δωρεάν όλες τους τις ανάγκες για Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια, Ασφάλιση. Μαζί και τις ανάγκες διακοπών και αναψυχής, προστασίας των παιδιών και υπερηλίκων, πολύ φτηνές υπηρεσίες (και σε ορισμένες περιπτώσεις δωρεάν) μεταφορών, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας, ύδρευσης κ.λπ.
Ολα αυτά και μαζί με τον πλούτο που και στο εξής θα παράγουν οι εργαζόμενοι, θα αποτελέσουν τη μαγιά πάνω στην οποία θα στηριχθεί η κοινωνία και ο λαός τόσο για την κάλυψη των αναγκών όσο και για την αντιμετώπιση των επιθέσεων που θα δεχτούν από την ντόπια και ξένη αντίδραση. Θα είναι κι αυτή μια αναμέτρηση που θα δώσει η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της, ανάλογα με την προετοιμασία και τη δύναμη που θα έχουν αποκτήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου