Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

11η ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ 2001



Το βολικό πρόσχημα για τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις
Ο τρόπος που κατέρρευσαν οι Δίδυμοι Πύργοι έχει δημιουργήσει πολλές αμφιβολίες, καθώς θεωρείται από τους ειδικούς ότι τα θεμέλια ήταν παγιδευμένα με εκρηκτικά
Associated Press
Μόλις 102 λεπτά κράτησε η επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στη Νέα Υόρκη, την καρδιά και το σύμβολο του αμερικανικού και διεθνούς κεφαλαίου, όπου σκοτώθηκαν 3.000 άνθρωποι. Μόλις 102 λεπτά, για να σημαδέψουν τη σύγχρονη ιστορία με πυρωμένο σίδερο. Ακριβώς δέκα χρόνια μετά τα αιματηρά γεγονότα και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις συνεχίζονται αδιάκοπα, ενώ μία ολόκληρη δεκαετία η εφιαλτική «εικονοποίησή» της, που έχει εγγραφεί στο συλλογικό μνημονικό μέσω των αναρίθμητων επαναλήψεών της, παραμένει το κύριο εργαλείο χειραγώγησης των συνειδήσεων των Αμερικανών πολιτών, αλλά και της οικουμένης. Χειραγώγηση βάσει ενός αιματηρού γεγονότος, που όπως είχε δηλώσει ο τότε υφυπουργός Αμυνας, Πολ Γούλφοβιτς, «εάν δεν είχε συμβεί θα έπρεπε να την εφεύρουμε».Παρά το γεγονός ότι τα ερωτηματικά όσον αφορά τι πραγματικά συνέβη, σε ποιο βαθμό έφτασε η εμπλοκή της αμερικανικής εξουσίας κλπ. συνεχώς πληθαίνουν και ότι ο «λαομίσητος Μπους» έχει πλέον απομακρυνθεί από την εικόνα και στο Λευκό Οίκο κατοικοεδρεύει ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος φυσικά όχι μόνο συνεχίζει το έργο του προκατόχου του, αλλά, αν και διαφοροποιημένο ως προς την τακτική που ακολουθεί, το διευρύνει. Βοηθούμενης και της εικόνας, που φέτος, λόγω της επετείου και κυρίως της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, γίνεται κατάχρησή της, συνοδευόμενη πάντα και με τις «απειλές», πολύ ορατές από «αξιόπιστες» πλην όμως «ανεπιβεβαίωτες» πληροφορίες, ώστε να συνεχιστεί αενάως το «καθεστώς τρόμου».
Τα όσα έχουν ακολουθήσει αυτά τα 102 λεπτά του πρωινού της Τρίτης 11 Σεπτέμβρη του 2001, πολύ δύσκολα μπορούν να χωρέσουν σε μερικές εκατοντάδες λέξεις.
Μία μόνο καταγραφή, με πρώτη τη δήλωση του πρώην πρόεδρου Τζορτζ Μπους, ακριβώς την επομένη, ότι «βρισκόμαστε σε πόλεμο».
Αέναος πόλεμος
Η δήθεν απελευθέρωση του αφγανικού λαού έχει σημάνει θάνατο, φτώχεια και ανέχεια
Μέχρι και την επίσημη κήρυξη πολέμου στο Αφγανιστάν, την έναρξη της επιχείρησης «Διαρκούς Ελευθερίας», στις 7 Οκτώβρη 2001, η πλειοψηφία δεν είχε κατανοήσει τι ουσιαστικά εννοούσε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ με το βρισκόμαστε σε πόλεμο. Τότε, η παρουσία των πολέμαρχων του Αφγανιστάν, οι μπούργκες, οι Ταλιμπάν και το καθεστώς τους και γενικά όλες αυτές οι μικρές αναγκαίες λεπτομέρειες που συμπλήρωναν την, κατασκευασμένη ουσιαστικά από τη μηχανή προπαγάνδας, εικόνα του Αφγανιστάν - σε συνδυασμό με μία ψυχολογική αντίδραση ικανοποίησης του αισθήματος αδικίας και πόνου που προκαλούσε η εικόνα της κατεστραμμένης Νέας Υόρκης - έριχναν ένα βαρύ πέπλο που σκέπαζε τους πραγματικούς λόγους για την «κήρυξη πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Δεν αποτελεί πλέον μυστικό ότι τα σχέδια πολέμου εναντίον του Αφγανιστάν βρίσκονταν πολύ καιρό πριν την 11η του Σεπτέμβρη στο συρτάρι των Αμερικανών ιμπεριαλιστών, ενώ ο στόχος δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία πρόσβασης και κυρίως βάσεων τόσο στο


Αφγανιστάν, όσο και στην ευρύτερη περιοχή, δηλαδή τις γειτονικές πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες, αλλά και το Πακιστάν για την «κτήση της καρδιάς της Ασίας». Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν ήταν «σύντομος» και ο στόχος επετεύχθη τάχιστα, ανέκραξαν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι. Ωστόσο, δέκα χρόνια μετά ο πόλεμος συνεχίζεται, μετρά αρκετές χιλιάδες νεκρών και τραυματιών, το τέλος του είναι άδηλο, ενώ πλέον έχει προαχθεί ως «πόλεμος του προέδρου Ομπάμα», αφού έχει διευρυνθεί περιλαμβάνοντας και το Πακιστάν.
Οσο για την «Επιχείρηση Διαρκούς Ελευθερίας» δεν περιορίστηκε στα σύνορα του Αφγανιστάν, αλλά είχε επεκταθεί και στις Φιλιππίνες στις αρχές του 2002, με στόχο τις «ισλαμιστικές εξτρεμιστικές οργανώσεις» Αμπου Σαγιάφ και Τζαμάα αλ Ισλαμίγια, ενώ το Οκτώβρη του 2002 κρίθηκε «αναγκαίο» να επεκταθεί και στο Κέρας της Αφρικής. Ετσι οι αμερικανικές δυνάμεις εγκαταστάθηκαν στο Τζιμπουτί, δημιουργώντας τη μεγαλύτερη στρατιωτική βάση και ορμητήριο των ΗΠΑ για τις επιχειρήσεις στην αφρικανική ήπειρο, για επιχειρήσεις ανεύρεσης και εξόντωσης «θυλάκων» εξτρεμιστών και οργανώσεων που συνδέονται με την «Αλ Κάιντα» στην Αιθιοπία, τη Σομαλία, το Τσαντ και το Νίγηρα. Επιχειρήσεις που επίσης συνεχίζονται και διευρύνονται ολοένα.
Με βάση τον άξονα του κακού και το δόγμα προληπτικής δράσης ο πόλεμος σύντομα κηρύσσεται στο Ιράκ. Στις 20 Μάρτη του 2003 ξεκινά η επιχείρηση «Ελευθερία του Ιράκ». Το πρόσχημα της τρομοκρατίας δεν ήταν ικανοποιητικό στην περίπτωση του Ιράκ και εφευρέθηκε το δόγμα προληπτικού πολέμου με φόντο τα «πυρηνικά του Ιράκ». Ο τότε υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ παρουσίαζε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αναλυτικούς χάρτες με τις τοποθεσίες του απαγορευμένου ιρακινού οπλοστασίου.
Ομως, όπως και στην περίπτωση του Αφγανιστάν, η εισβολή και η κατοχή του Ιράκ ήταν προαποφασισμένη και μάλιστα από την πρώτη στιγμή που η προεδρία Μπους ανέλαβε τα καθήκοντά της το Γενάρη του 2001. Υπόθεση που επιβεβαιώθηκε και από έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν τον Οκτώβρη του 2010 από το ανεξάρτητο ινστιτούτο National Security Archive και αφορούν κυρίως λίγο περισσότερο από τον πρώτο χρόνο της θητείας Μπους και αποδεικνύουν ότι ο Τζορτζ Μπους και οι συνεργάτες του, κυρίως στο υπουργείο Αμυνας, δηλαδή ο υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ και οι υφυπουργοί Πολ Γούλφοβιτς και Ντάγκλας Φέιθ, απεργάζονταν έναν πόλεμο στο Ιράκ από την πρώτη στιγμή της θητείας τους. Μεσολάβησαν ωστόσο πάνω από 900.000 νεκροί, Ιρακινοί και κατοχικοί.
Το δε συνολικό κόστος των πολέμων των ΗΠΑ στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, συν το κόστος των σχετικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Πακιστάν, θα ξεπεράσει τα 4 τρισ. δολάρια (2,7 τρισ. ευρώ) - ποσό υπερτριπλάσιο από αυτό που έχει εγκρίνει το Κογκρέσο στη δεκαετία μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτέμβρη του 2001. Σε αυτό το ιλιγγιώδες ποσό κατέληξε πρόσφατη μελέτη ερευνητών στο πανεπιστήμιο Μπράουν που αποκάλυψε ότι τα 1,3 τρισ. δολάρια που έχουν εγκριθεί επισήμως στο Καπιτώλιο είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου... ένα παγόβουνο που το πληρώνουν με το αίμα τους οι λαοί συμπεριλαμβανομένου και του αμερικανικού.
Τρομονόμοι, βασανιστήρια, μυστικές φυλακές
Η 11η Σεπτέμβρη 2001 σήμανε και το σάλπισμα της επίθεσης στα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» έχει μετατραπεί σε ευθύ πόλεμο κατά των πιο θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων, με περιστολή πολιτικών ελευθεριών και δικαιωμάτων σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία και την προώθηση, σχεδόν αναντίρρητα, μιας κοινωνίας διαρκούς «παρακολούθησης» των πολιτών ως υπόπτων (νόμοι PATRIOT I, II στην Αμερική, ανάλογοι στην Ευρώπη).
Η όξυνση της κρατικής καταστολής σε διεθνές επίπεδο έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια και έχει κατορθώσει εν μέρει να μετατρέψει τον πλανήτη σε αχανές στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» και οι τρομονόμοι «επιτρέπουν» τα βασανιστήρια, την παρατεταμένη προφυλάκιση ακόμα και χωρίς απαγγελία κατηγοριών, το ηλεκτρονικό φακέλωμα, τις κάμερες, τις μυστικές φυλακές, τις παρακολουθήσεις, την αστυνομική αυθαιρεσία, το σιωπηλά θεσμοθετημένο παρακράτος των μυστικών υπηρεσιών και τη συνειδητή προσπάθεια επιβολής της πειθούς διά της καλλιέργειας του φόβου. Ακόμη και στην αυτοαποκαλούμενη «δημοκρατική» Ευρώπη είναι το κυρίαρχο μοντέλο άσκησης πολιτικής και διατήρησης της εξουσίας, προκειμένου να προωθηθούν μέτρα και πρωτοβουλίες όπως απολύσεις, νέες καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, εκτροπή προϋπολογισμών σε στρατιωτικές - αστυνομικές δαπάνες.
Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής υπήρξε η επανεισαγωγή της χρήσης των βασανιστηρίων (Γκουαντάναμο, Αμπού Γκράιμπ, Αφγανιστάν). Παράλληλα, βοήθησε στη συγκάλυψη των πραγματικών στόχων των δυνάμεων του συστήματος, στην αναδιανομή των πλουτοπαραγωγικών πόρων και στην επαναχάραξη των γεωπολιτικών συνθηκών.
Η σταδιακή αποκάλυψη της αποκρουστικής εικόνας του ιμπεριαλισμού, σε συνδυασμό με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, οδήγησε την εξουσία στις ΗΠΑ σε αναγκαστική αναδίπλωση. Η εκλογή του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ήταν η χρυσή ευκαιρία. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του εγκαταλείπεται ο όρος «πόλεμος της τρομοκρατίας», αλλά υιοθετείται ο «ιδεολογικός εξτρεμισμός», ένας εχθρός πιο δύσκολα να προσδιοριστεί και τελικά πιο χρήσιμος στη νέα τακτική που υιοθετείται σταδιακά. Η συνεχώς φθίνουσα εικόνα των ΗΠΑ και κυρίως η εκλογή του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα έδωσε τη δυνατότητα για έναν ακόμη ελιγμό εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης. Ετσι ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» διατηρείται παραλλαγμενος και υιοθετείται ένα πιο ευέλικτο σχήμα με επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, στοχευμένες δολοφονίες και μυστικές επιχειρήσεις παντού στην υφήλιο και φυσικά «φυλακές της CIA». Δόγμα που έσπευσε να υιοθετήσει και ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, δηλώνοντας ότι «η μάχη δεν έχει τελειώσει».
Κατά τον Τόνι Μπλερ και στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο «Ασοσιέιτεντ Πρες», πρόκειται για μία μάχη ενάντια σε μία «εξτρεμιστική ιδεολογία που είναι πολύ ευρύτερη από τις μεθόδους της Αλ Κάιντα» και προσέφερε σειρά παραδειγμάτων για να τεκμηριώσει τη θέση του: «Δείτε στο Λίβανο που η Χεζμπολά έχει αναλάβει τον έλεγχο, δείτε τις δραστηριότητες της Χαμάς», την Υεμένη, ακόμη και το Πακιστάν, ενώ εξέφρασε και τη βαθιά του ανησυχία για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, όπου η «Δύση πρέπει να δράσει ως παίκτης και όχι παρατηρητής», ώστε να «βοηθήσει στην προώθηση της δημοκρατίας που μπορεί να ανθίσει μέσα από την αραβική άνοιξη»...

Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου