Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

Το αβέβαιο μέλλον της Ευρωζώνης (Δεύτερο μέρος)


Η όξυνση της ανισομετρίας εκφράζεται μεταξύ των κρατών-μελών με την αύξηση της διαφοράς στο επίπεδο της παραγωγικότητας, του όγκου των εξαγωγών τους, των εκροών για άμεσες επενδύσεις κεφαλαίου σε άλλες χώρες. Φυσικά αντανακλάται και στη διαφορετική δημοσιονομική κατάσταση των κρατών-μελών της ΕΕ.
Ομως, πίσω από τη διόγκωση του δημόσιου χρέους ορισμένων κρατών-μελών βρίσκονται η βαθιά κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, η επίδρασή της στην ένταση της ανισομετρίας μεταξύ των χωρών της ΕΕ, το κίνητρο του καπιταλιστικού κέρδους που οδηγεί στον εξής «ανορθολογισμό»: μια αναπτυγμένη καπιταλιστική οικονομία να μεταφέρει την παραγωγή της σε χώρες με φθηνότερη εργατική δύναμη και να εισάγει εμπορεύματα.
Το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σε έκθεσή του αναφέρει ότι «το δημόσιο χρέος των αναπτυγμένων οικονομιών από 75% πριν την κρίση αναμένεται να φθάσει στο 110% το 2014». Επισημαίνει μάλιστα ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αύξησης οφείλεται στη μείωση των κρατικών εσόδων λόγω της κρίσης και στα κρατικά πακέτα διάσωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η αυξανόμενη δυσκολία της αστικής πολιτικής να διαχειριστεί την κρίση γίνεται όλο και πιο ορατή. Ολες οι βασικές εκδοχές της αστικής διαχείρισης έχουν αντιλαϊκό χαρακτήρα, δεν μπορούν να εξαλείψουν τις νομοτέλειες και τις αντιφάσεις της καπιταλιστικής παραγωγής.
Η επεκτατική πολιτική (με τα μεγάλα κρατικά πακέτα ενίσχυσης των μονοπωλιακών ομίλων) οδηγεί τελικά σε διόγκωση του δημόσιου χρέους και εμποδίζει την απαραίτητη απαξίωση κεφαλαίου, τη χρεοκοπία ζημιογόνων εταιρειών, ώστε να ξεκινήσει η διευρυμένη αναπαραγωγή.
Η περιοριστική πολιτική της μείωσης των κρατικών δαπανών οξύνει άμεσα τις συνέπειες της κρίσης. Γι' αυτό δεν είναι καθόλου τυχαία η απαισιοδοξία που χαρακτηρίζει τις αστικές προβλέψεις για το μέλλον της διεθνούς καπιταλιστικής οικονομίας. Η πρόσφατη εξαμηνιαία έκθεση του ΟΟΣΑ προβλέπει για το 2011 επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ στις ΗΠΑ, ουσιαστική στασιμότητα στην Ευρωζώνη (2,2% και 1,7% αντίστοιχα). Επισημαίνει ότι συνολικά «για τις οικονομίες του ΟΟΣΑ η ανάπτυξη δε φαίνεται να μπορεί να ξαναβρεί σύντομα το ρυθμό που παρατηρήθηκε στην αντίστοιχη φάση ανάκαμψης κατά τους προηγούμενους κύκλους της κρίσης». Οι περισσότερες διεθνείς εκθέσεις συγκλίνουν στην πρόβλεψη για ασταθή, αναιμική ανάκαμψη σε ΗΠΑ και ΕΕ, που θα οδηγήσει σε βαθύτερη κρίση.
Το κρίσιμο πρόβλημα που αδυνατεί να αντιμετωπίσει η αστική πολιτική αφορά την προσπάθεια να ελέγξει την έκταση της απαξίωσης - καταστροφής κεφαλαίου που έχει υπερσυσσωρευθεί και οδηγεί σε μείωση του ποσοστού κέρδους. Πάνω σε αυτό το έδαφος οξύνεται και η διαπάλη διαφορετικών τμημάτων του κεφαλαίου για τον επιμερισμό των βαρών της κρίσης (απαξίωση κεφαλαίων με τη μορφή εμπορευμάτων, κατανομή ζημιών και απαξίωση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα κλπ.). Η διαπάλη αφορά επίσης το μέγεθος του δημόσιου τομέα, το ύψος και την κατανομή των κρατικών ενισχύσεων στους διάφορους κλάδους της οικονομίας.
Στις επίσημες φθινοπωρινές προβλέψεις της η ΕΕ εκτιμά αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,7% το 2010


και προβλέπει επίσης 1,7% για το 2011 και 2% το 2012, επισημαίνοντας όμως ότι αυτή η υποτονική ανάκαμψη είναι ανομοιογενής και πολλά κράτη-μέλη διανύουν δύσκολη περίοδο προσαρμογής. Γίνονται επίσημες αναφορές στους κινδύνους εξασθένισης της παγκόσμιας ζήτησης, στην εύθραυστη κατάσταση των χρηματοπιστωτικών αγορών και των αγορών κρατικών ομολόγων.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία μπορούμε σήμερα να διακρίνουμε τρεις
κατηγορίες στο εσωτερικό της σημερινής ευρωζώνης και της ΕΕ.
Στην πρώτη κατηγορία βρίσκονται κράτη που έχουν επανέλθει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, παρουσιάζουν θετικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αυξητική πορεία των επενδύσεων και σχετικά καλή δημοσιονομική κατάσταση. Σε αυτή την κατηγορία μπορούμε να ομαδοποιήσουμε τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Αυστρία, τη Φιλανδία και φυσικά τη Σουηδία.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει κράτη όπως η Γαλλία και η Ιταλία (καθώς και η Βρετανία εκτός ευρωζώνης) που έχουν συγκριτικά χαμηλότερη παραγωγικότητα, παρουσιάζουν αναιμικό ρυθμό ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ (κάτω από 2%), αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και σχετικά υψηλό δημόσιο χρέος.
Στην τρίτη κατηγορία περιλαμβάνονται οι ασθενέστερες οικονομίες, μεταξύ των οποίων οι αδύναμοι κρίκοι της ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, αλλά και η Ισπανία. Πρόκειται για καπιταλιστικές οικονομίες που βρίσκονται σε κρίση ή ασταθή αναιμική ανάκαμψη και παρουσιάζουν ιδιαίτερα αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και υπερχρέωση του κράτους.
Η ανάκαμψη της βιομηχανικής παραγωγής στην ΕΕ είναι επίσης ανομοιογενής. Η Γερμανία και η Ολλανδία βρίσκονται σε φάση ανόδου της βιομηχανικής παραγωγής. Αντίθετα σε άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, η ανάκαμψη είναι αναιμική, με τα επίπεδα της παραγωγής να υπολείπονται σημαντικά των αντίστοιχων του 2005 και με πορεία μείωσης τους τελευταίους μήνες (σε σχέση με τη μέγιστη επίδοση του 12μηνου). Ομως και η γερμανική βιομηχανία υπολείπεται ακόμα κατά 17% από το προ κρίσης επίπεδο. Αυτό επισημαίνει σχετική μελέτη της Deutsche Bank (Ντόιτς Μπανκ) (2/6/2010), η οποία δείχνει ότι το βάθος της συρρίκνωσης στη βιομηχανία ήταν πολύ μεγαλύτερο στην πρόσφατη κρίση συγκριτικά με τις προηγούμενες του 2001 και του 1992.
Ανομοιογένεια καταγράφεται και στη μεταβολή εισροών και εκροών των Αμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) για τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ως γενική τάση καταγράφεται κάμψη που συμβαδίζει με την αντίστοιχη παγκόσμια τάση την περίοδο 2007-2009, λόγω της διεθνούς κρίσης.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ανισόμετρης και αβέβαιης ανάκαμψης, καθίσταται όλο και πιο δύσκολη η εφαρμογή σχεδίων ενιαίας οικονομικής διακυβέρνησης και πολύ περισσότερο σχεδίων πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ. Η αστική τάξη κάθε κράτους-μέλους, με βάση τη διαφορετική θέση και τα ιδιαίτερα συμφέροντά της, μετέχει στη διαπάλη για το μέλλον της ευρωζώνης, το οποίο γίνεται όλο και πιο επισφαλές στη σημερινή μορφή του. Πρόκειται για εξαιρετικά σύνθετη κατάσταση αν συνυπολογίσει κανείς τη διαπάλη ισχυρών τμημάτων της άρχουσας τάξης στο εσωτερικό κάθε χώρας, ιδιαίτερα των ισχυρών δυνάμεων της ΕΕ, καθώς και τη γενικότερη όξυνση των αντιθέσεων στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου