Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Οικονομία και πολιτική (Β' Μέρος)

από sfyrodrepano

Το κύριο καθήκον που έχουμε σήμερα μπροστά μας είναι η πολιτικοποίηση των αγώνων. Αυτή είναι μια βασική πολιτική εκτίμηση στην οποία συμφωνούν σχεδόν όλοι. Στην παρούσα συγκυρία, οι οικονομικοί αγώνες των προηγούμενων χρόνων, δεν αρκούν για να φέρουν αποτέλεσμα, ή έστω επιμέρους νίκες και κατακτήσεις για το εργατικό κίνημα.

Κι αυτό δεν είναι ηττοπάθεια, αλλά ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης της τελευταίας εικοσαετίας με τον αρνητικό διεθνή συσχετισμό και το ξήλωμα των μεταπολεμικών κατακτήσεων της εργατικής τάξης των ευρωπαϊκών χωρών.

Βασικό ζητούμενο της περιόδου λοιπόν είναι η πολιτικοποίηση των συνειδήσεων. Το οποίο γίνεται ακόμα πιο επιτακτικό τώρα που βαθαίνει η κρίση κι εντείνεται η επίθεση των καπιταλιστών σε ό,τι είχε απομείνει από το εργατικό κράτος. Κατά συνέπεια, το κύριο ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει είναι σε ποια βάση και με ποιον τρόπο προκύπτει η πολιτική συνείδηση.

Σε αυτό το ερώτημα διαμορφώνονται δύο βασικές κατευθύνσεις απαντήσεων από τις δυνάμεις του χώρου. Η μία τονίζει την ανάγκη για αλλαγή τάξης στην εξουσία ως μόνη εναλλακτική στα αδιέξοδα της καπιταλιστικής κρίσης. Κι η άλλη την αναγκαιότητα ενός μεταβατικού προγράμματος, με ενδιάμεσα αιτήματα και πολιτικούς στόχους κι αιχμές το χρέος και το ευρώ, που να απαντά στη σημερινή συγκυρία και να ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω ριζοσπαστικές αλλαγές. Ο πιο τυπικός εκπρόσωπος αυτής της λογικής είν’ η κίνηση των αριστερών οικονομολόγων κι ειδικότερα ο καζάκης, που εγκαλεί μεταξύ άλλων το κόμμα για έλλειψη πολιτικών τακτικών στόχων κι ενός μεταβατικού προγράμματος.

Τον τελευταίο χρόνο ο καζάκης έκανε κάτι σαν περιοδεία σε διάφορες πόλεις της ελλάδας κι έγινε τρόπον τινά διάσημος –κι όχι μόνο για τα δεκαπέντε λεπτά που αναλογούν στον καθένα σ’ αυτή τη ζωή. Αυτό που αγνοούν όμως οι περισσότεροι είναι οι τελικές συνέπειες της προσέγγισης του καζάκη, ο οποίος θεωρεί ότι η πολιτική, επαναστατική συνείδηση μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από δημοκρατικά αιτήματα. Καθώς επίσης κι ότι η οκτωβριανή επανάσταση είχε δημοκρατικό, κι όχι σοσιαλιστικό χαρακτήρα, κι ήταν απλώς μια συνέχεια της επανάστασης του φλεβάρη, ολοκληρώνοντας αυτό που είχε αφήσει στη μέση.

Και μένω σε αυτό, κάνοντας αφαίρεση από όλα τα υπόλοιπα. Από την οικονομική του ανάλυση –περί κρίσης χρέους-, απ’ το η πρόταση εξόδου από την κρίση μένει εντός των ορίων του καπιταλισμού, ακόμα κι απ’ το ότι βαφτίζει πολιτικά, αιτήματα αμιγώς οικονομικού χαρακτήρα, που ξεκινάν από μια λογιστική –κι όχι ταξική προσέγγιση για το χρέος –που πρέπει να το αρνηθούμε ως χώρα γιατί δε βγαίνει το πρόγραμμα αποπληρωμής του κι όχι ως τάξη, επειδή δεν το δημιουργήσαμε.

Το μυστικό λοιπόν για τον καζάκη είναι πχ να εξασφαλίσουμε τη δημοκρατική λειτουργία του κράτος και των τραπεζών με εργατικό έλεγχο. Και πάνω σε αυτή τη βάση θα πειστούν οι μάζες για την ανάγκη υπέρβασης του καπιταλισμού και θα διαμορφώσουν επαναστατική συνείδηση. Όλα τα άλλα γι’ αυτόν είναι οικονομίστικα και τρεϊντγιουνιονιστικά. Αυτό που φαίνεται να αγνοεί χαρακτηριστικά όμως είναι η διαλεκτική της συνείδησης και της σχέσης πολιτικού-οικονομικού, όπου το ένα μετατρέπεται στο άλλο όπως είδαμε και στο πρώτο μέρος. Για τον καζάκη το πολιτικό μπορεί να προκύψει –μηχανιστικά- μόνο από το πολιτικό. Η επανάσταση, είτε θα είναι δημοκρατική, είτε δε θα υπάρξει, για να παραφράσουμε το κλασικό τσιτάτο των ευρωκομμουνιστών.

Ευτυχώς η πραγματικότητα είναι πιο διαλεκτική από αυτό το σκεπτικό και δίνει άλλη απάντηση στο επίμαχο θέμα. Η επαναστατική συνείδηση προκύπτει πάνω στην υλική βάση των οικονομικών αγώνων και της όξυνσης της ταξικής πάλης, με τη συνειδητή παρέμβαση της κομμουνιστικής πρωτοπορίας και τη ζύμωση της ιδέας της επανάστασης.

Μήπως όμως μένοντας στο ρόλο της ιδεολογικής ζύμωσης, εξετάζουμε το θέμα ιδεαλιστικά κι αφηρημένα; Δεν χρειάζεται κι ένα πρόγραμμα με μεταβατικά αιτήματα και πολιτικούς στόχους, ώστε ο λαός να πειστεί από τη συγκεκριμένη πείρα που προκύπτει από την πάλη του για αυτούς τους στόχους;

Δε νομίζω να διαφωνεί κανείς γενικά. Η έξοδος απ την εε εξάλλου είναι ακριβώς ένας τέτοιος πολιτικός στόχος που μπαίνει από συγκεκριμένες πολιτικές δυνάμεις. Τα οικονομικά αιτήματα επίσης, που ο καζάκης υποτιμά και χλευάζει ως τρεϊντγιουνιονιστικά- είναι κι αυτά κατά μία έννοια μεταβατικά, με την έννοια ότι μπαίνουν ως άμεσοι στόχοι, αλλά δε μπορούν να επιτευχθούν πλήρως στα πλαίσια του συστήματος. Η βασική διαφωνία ωστόσο έχει να κάνει με το πώς μπαίνουν και πώς συνδέονται με το κομβικό θέμα της εξουσίας, κι όχι με τα αιτήματα καθαυτά.



Παρακάτω. Όποιος υιοθετεί ελαφρά τη καρδία την κατηγορία περί ιδεαλισμού, οφείλει να αναστοχαστεί πολύ σοβαρά πάνω στην έννοια του απέξω του λένιν. Οι αυθόρμητοι οικονομικοί αγώνες μπορούν να φτάσουν μόνο μέχρι το επίπεδο των οικονομικών διεκδικήσεων. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για το –άκρως επίκαιρο σήμερα- δημοκρατικό μέτωπο, όσες αυταπάτες κι αν έχει ο καζάκης για τη σημασία του. Η επαναστατική συνείδηση προκύπτει στη βάση των συγκεκριμένων εμπειριών της εργατικής τάξης απ’ την πάλη της σε αυτά τα μέτωπα. Αλλά και με τη ζύμωση της πρωτοπορίας που είναι αναντικατάστατη. Αν σημαίνει κάτι η βλαδιμηρική θέση για το απ’ έξω και το ρόλο της πρωτοπορίας είναι ακριβώς σ’ αυτή τη μετατροπή της αυθόρμητης οικονομικής συνείδησης σε πολιτική. Κι αυτό δεν είναι ιδεαλισμός, αλλά διαλεκτική.

Μήπως όμως η επίκληση του σοσιαλισμού είναι αφηρημένη; Η αλήθεια είναι ότι αν περιμένουμε να βρούμε κάποια άλλη συγκυρία, πιο «ευνοϊκή» από την κρίση που να καθιστά επίκαιρο κι αναγκαίο το σοσιαλισμό, να κάνει πιο συγκεκριμένα και χειροπιαστά από ποτέ τα αδιέξοδα του συστήματος, πιθανότατα ματαιοπονούμε. Ή μάλλον προτιμάμε να κοσκινίσουμε, αντί να ζυμώσουμε στις μάζες, αυτό που τίθεται μπροστά τους εκ των πραγμάτων.

Κι ίσως να μην είναι τυχαίο που κάποιες δυνάμεις που υιοθετούν και προβάλλουν με ζήλο αυτή τη λογική, ακυρώνονται στην πράξη ως πρωτοπορίες κι υποκλίνονται στο αυθόρμητο. Υποτιμούν την ανάγκη οργάνωσης της εργατικής τάξης, την ύπαρξη πρωτοπορίας εν γένει. Και θεωρούν αριστερίστικο σεχταρισμό να προβάλεις το ζήτημα της εξουσίας στην πρώτη γραμμή στην απούσα συγκυρία –που λέει κι ο ντέμης. Έτσι υποκύπτουν εν τέλει στην κρυφή γοητεία του συγκεκριμένου (προγράμματος). Το οποίο παραμένει αφόρητα αφηρημένο όμως, όσο αδυνατεί να απαντήσει πειστικά στο βασικό ερώτημα: ποια εξουσία θα κληθεί να εφαρμόσει αυτό το πρόγραμμα; Και ποια είναι η διέξοδος απ’ την κρίση; Είναι εφικτή στα πλαίσια του συστήματος;

Αυτό ακριβώς είναι το κύριο μειονέκτημα κι ενός κειμένου του κυριακάκη, από το τελευταίο πριν, το οποίο κυκλοφόρησε ευρέως στο διαδίκτυο. Επειδή ακριβώς αναγνωρίζει τη βασική του αδυναμία, ξεκινάει με αυτή, για να τη «διασκεδάσει» με λογοτεχνίζουσες ακροβασίες –τσιταρισμένες από τη μάρτα χάνεκερ- για την τέχνη του αδύνατου. Κι ολοκληρώνει την εισαγωγή με μια θεαματική αντιστροφή εννοιών, παρουσιάζοντας τη δική του πρόταση –που μάλλον προσιδιάζει στον ‘εφικτό σοσιαλισμό’ του μιτεράν- απέναντι από την αριστερά του εφικτού, που θεωρεί ανέφικτο κάθε επαναστατικό πρόγραμμα. Πάλι καλά που δεν έβαλε και τον ορισμό του γκεβάρα για τον ρεαλισμό –να επιδιώκουμε το αδύνατο- για να δέσει με τα δικά του μεταβατικά.

Κάπως έτσι φτάνουμε στον επίλογο που μένει ανοιχτός για διαμόρφωση. Μας λείπουν πολλά ακόμη. Τακτική ευελιξία, ανοιχτές κεραίες στα μηνύματα του κόσμου και της συγκυρίας, εξειδίκευση στόχων. Κι όλα αυτά να δένουν με μια στρατηγική πρόταση, που να γίνει συγκεκριμένη και να πατήσει δυνατά σε κάθε χώρο. Αλλά η στρατηγική πρόταση σημαίνει εναλλακτική στον καπιταλισμό, όχι στη διαχείρισή του.

Όλα αυτά λοιπόν δε γράφονται για εφησυχασμό, επειδή όλα πάνε πρίμα κι έχουμε όλες τις απαντήσεις. Αλλά για να τραβήξουν μια διαχωριστική γραμμή ενάντια στις διαχειριστικές λογικές. Κ όχι άλλη μια διαχειριστική γραμμή ενάντια στις –τάχα- διαχωριστικές γραμμές του «σεχταρισμού και της απομόνωσης».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου