από sfyrodrepano
Ας το δούμε με συντροφικούς όρους και με το παράδειγμα ενός ζευγαριού που έχει μια διαλεκτική σχέση. Η σχέση θυμίζει κάπως διαδικασία οικοδόμησης. Προτσές το οποίο απαιτεί τουλάχιστον δύο, δε μπορεί να γίνει σε ένα μόνο άτομο, ή μια χώρα, εκτός κι αν μιλάμε για τη σοβιετική ένωση που δεν ήταν μια τυχαία χώρα, αλλά μια δυνάμει υπερδύναμη.
Η απιστία σε μια ερωτική σχέση μοιάζει με την παραοικονομία στο σοσιαλισμό. Δεν αποτελεί απαραίτητα λόγο χωρισμού για το ζευγάρι, αλλά αντανακλά υπαρκτά προβλήματα. Όταν όμως γίνεται ο κανόνας, αρχίζει να υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Η παραοικονομία αυτονομείται, γιγαντώνεται κι απαιτεί να αναγνωριστεί, να αποκτήσει κεντρικό ρόλο.
Κι όταν τελικά συμβεί –σχεδόν νομοτελειακά- αυτό, πέφτουν τα καφάσια από τα μάτια και καταλαβαίνεις το λάθος σου. Αρχίζει η κατόπιν εορτής νοσταλγία για τα παλιά, αρχίζεις να τα εξιδανικεύεις και να συγχωρείς όλα τα στραβά τους. Αλλά το γυαλί έχει ραγίσει κι η επιστροφή στο παρελθόν δεν αποτελεί λύση.
Κι εδώ μπαίνει το ζήτημα της πολιτικής, ως συνειδητής παρέμβασης του υποκειμενικού παράγοντα. Ποιος τρόπος αντιμετώπισης ενδείκνυται; Νομιμοποίηση των εμπορευματικών σχέσεων, στο βαθμό που παραμένουν ιστορικά αναγκαίες, για να τις ελέγξουμε και να τις απονεκρώσουμε σταδιακά και σχεδιασμένα; Ή πλήρης απαγόρευση, ώστε να μην αυτονομηθούν και γυρίσουν μπούμερανγκ στην υπόθεσή μας;
Αν δεν πάρουμε υπόψη το βαθμό ωρίμανσης (του κοινωνικού χαρακτήρα) των μέσων παραγωγής και των συνθηκών γενικότερα, δρούμε βουλησιαρχικά στο κενό κι υποσκάπτουμε την ίδια μας την προσπάθεια. Η πρωτοπορία όμως δεν πρέπει να υποτάσσεται στην απλή αντιστοίχιση παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής και γενικά στην πραγματικότητα. Πρέπει κιόλας να την αλλάξει. Κι η πιο δημιουργική εφαρμογή αυτής της λογικής ήταν η οκτωβριανή επανάσταση κι η βλαδιμηρική θέση ότι με τη σοβιετική εξουσία η ρωσία μπορούσε να επισπεύσει την ιστορική πορεία και να αποφύγει τα δεινά του καπιταλισμού.
Δύσκολο πράγμα η διαλεκτική κι η συγκεκριμένη ανάλυση. Γιατί αν προεκτείναμε μηχανιστικά αυτήν την σκέψη ως τις τελικές της συνέπειες θα φτάναμε στη βασική ιδέα της αναρχίας: ότι θα μπορούσαμε να είχαμε παρακάμψει όλα τα προηγούμενα στάδια της ταξικής κοινωνίας οποτεδήποτε το είχαμε θελήσει και συνειδητοποιήσει εξω-ιστορικά την αναγκαιότητα του κομμουνισμού.
Από αυτά μπορούμε να συνάγουμε τις εξής γενικές αφαιρέσεις. Η σχέση πολιτικής-οικονομίας αντανακλά σε τελευταία πάντα ανάλυση τη διαλεκτική σχέση μεταξύ υποκειμενικού παράγοντα κι αντικειμενικών συνθηκών και σε ένα άλλο επίπεδο το δίπολο παραγωγικών δυνάμεων-σχέσεων παραγωγής. Ο άνθρωπος διαμορφώνει τις συνθήκες που τον διαμορφώνουν. Η συνείδηση του υποκειμενικού παράγοντα ωριμάζει βαθμιαία, γίνεται προϋπόθεση για την υπέρβαση του καπιταλισμού κι ο ρόλος της κορυφώνεται στο σοσιαλισμό, όπου η οικοδόμηση είναι συνειδητή κι η πολιτική γίνεται το πρωτεύον. Μέχρι να αρθεί διαλεκτικά στον κομμουνισμό όπου δεν υπάρχει πολιτική, ούτε κόμμα κι εαακ.
Η πολιτική μπαίνει στο τιμόνι (μάο), επιδρά στις σχέσεις παραγωγής και τις επικαθορίζει, αλλά οφείλει πάντα να υπολογίζει τα οικονομικά δεδομένα. Όπως λέει ο βλαδίμηρος, η πολιτική είναι συμπυκνωμένη οικονομία. Κι όποιος πιάνει το τιμόνι, εύκολα να μη θυμώνει, όπως μας δίδαξε το παράδειγμα της σοφέρ-κ-ίνας με τον τιμονιέρη μάο και τις υπερβολές της πολιτιστικής επανάστασης.
Ανακεφαλαίωση. Η ουσία ενός κοινωνικού σχηματισμού είναι ο τρόπος παραγωγής, που περιέχει τις τάξεις, αλλά και τους υλικούς όρους της μεταξύ τους πάλης. Ουσία δεν είναι η βάση χωρίς το εποικοδόμημα, ούτε το αντίστροφο. Δεν είναι σκέτη η οικονομία, ή η πολιτική, αλλά η διαλεκτική τους ενότητα.
Η «διάγνωση» της κοινωνικής φύσης ενός σχηματισμού δε μπορεί παρά να ξεκινάει από την οικονομική βάση, αλλά δε μπορεί να αγνοεί τη δυναμική του υποκειμενικού παράγοντα. Η ταξική πάλη είναι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας, αλλά μπορεί να την κινήσει μόνο εντός του πλαισίου που ορίζει το δίπολο παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής. Αυτό το πλαίσιο δεν είναι μονοσήμαντο και ντετερμινιστικά αναπόφευκτο, αλλά ένα φάσμα δυνατοτήτων που ορίζει την κοινωνική νομοτέλεια.
Η οικονομία είναι το άλφα, όχι όμως και το ωμέγα στον ιστορικό υλισμό. Αν μείνουμε μόνο σε αυτήν, μπορεί να μάθουμε όλες τις λέξεις που έχουν άλφα, μαζί και την περίφημη ελληνική με τα τρία άλφα κι όλοι μαζί με τον μαρκαριάν να φωνάζουμε «τι μαλάκα, τι μαλάκα είναι», για τους ιδεαλιστές που ξεκινάν τη θεώρησή τους από το εποικοδόμημα και λένε πχ ότι στη σοβιετική ένωση η γραφειοκρατία –δηλ το κράτος- γέννησε το κεφάλαιο. Με το άλφα, θα πάρουμε τις πιο σημαντικές πληροφορίες, αλλά δε θα έχουμε πλήρη εικόνα. Θα δούμε την φάβα, όχι όμως και το λάκκο.
Εάν κάνουμε το αντίθετο, παίρνουμε το άλφα της οικονομίας, το βάζουμε σε κύκλο -για να το τετραγωνίσουμε πολιτικά- και προσεγγίζουμε τη βουλησιαρχία της αναρχίας. Η οποία όμως απορρίπτει την πολιτική και κάθε είδους διαμεσολάβηση (εκλογές, κόμματα, οργανώσεις). Συνήθως φετιχοποιεί τη βία κι αντικαθιστά τη θεωρία με πιασάρικα συνθήματα και τσιτάτα, κωδικοποιημένα σε στιλ δια-ματ.
Με δια-ματ και βία όμως, δε γίνεται παιδεία –όχι μαρξιστική τουλάχιστον. Ούτε με νέο ματ εξάλλου. Το οποίο είναι σαν το αστικό κοινοβούλιο, με μπλε και πράσινους κόκκους. Τους λίγους κόκκινους τους καταπίνει το σύνολο, σαν κινούμενη άμμος.
Και κάτι άλλους ροζουλί, ο βούρκος του οπορτουνισμού και του λεγκαλισμού. Και ψάχνουν να βρουν μηχανιστικά, στους πόσους κόκκους η ποσότητα γίνεται ποιότητα, η άμμος σωρός, κι οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες πραγματικότητα.
Αυταπάτες, αντικατοπτρισμοί κι ιδεολογική ξηρασία γενικώς.
Εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος του κειμένου. Το δεύτερο θα είναι κι αυτό θεωρητικό, αλλά περισσότερο προσανατολισμένο στην πολιτική συγκυρία και την επικαιρότητα. Ες αύριον τα σπουδαία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου