Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Κομμουνιστές της κερκίδας

Από το Σφυροδρέπανο

 
Κάπου-κάπου μου έρχονται κάτι άκυροι συνειρμοί με το κόμικ του αρκά μετά την καταστροφή. Σκέψου λέει να ήταν οι ήρωες οι δυο τελευταίοι κομμουνιστές που είχαν απομείνει, ούτε καν τριάδα για να φτιάξουν όβα ή πυρήνα, και να καταλήγουν να τρώνε τις σάρκες τους, μεταφορικά και γενικώς. Κι ίσως κάποια πράγματα να είναι εντελώς τυχαία, αλλά δε γίνεται να αγνοηθεί κι η σημειολογία τους. Ο αρκάς κυκλοφόρησε αυτό το άλμπουμ το 92’, λίγο μετά το τέλος της ιστορίας, που μπορεί να ήταν και η κύρια πηγή έμπνευσής του. Καλύτερα να μη δραματοποιούμε όμως με συνειρμούς την κατάσταση. 
 
Η διαχείριση της ήττας ήταν πάντα δύσκολη υπόθεση, ανάλογα με το μέγεθος και τις συνέπειές της. Μετά τον εμφύλιο –που ήταν και η μεγαλύτερη- ακολούθησαν εκτελέσεις, διωγμοί, φυλακίσεις και σε βάθος χρόνου γκρίνια, διαγραφές, διασπάσεις. Κι η υποκρισία των «μεγαλόψυχων» νικητών που αναλύουν αφ’ υψηλού τα «χάλια» των ηττημένων, ενώ αυτοί χρειάστηκαν βοήθεια απ’ το κοράκι του ιμπεριαλισμού για να κρατηθούν στο παιχνίδι και να το πάρουν τελικά με το ζόρι –με το στανιό, που έλεγε κι ο καραδεξιός ιωαννίδης (ξανθός). 
 
Η ήττα είναι κάτι σχετικό κι απόλυτο ταυτόχρονα. Υπάρχουν ήττες που συσσωρεύουν χρήσιμη πείρα
 
 και προετοιμάζουν τις νίκες που έρχονται, όπως η ρώσικη επανάσταση του 1905. Και πύρρειες νίκες που τις πληρώνουμε ακριβά σαν ήττες, όπως η συντριβή του φασισμού στο δεύτερο παγκόσμιο, που στοίχισε είκοσι εκατομμύρια νεκρούς κι ανυπολόγιστες υλικές ζημιές στους σοβιετικούς.
 
Υπάρχουν όμως στιγμές της ταξικής πάλης, που η ήττα –έστω και προσωρινή- είναι μονοσήμαντη και δεν επιδέχεται πολλών ερμηνειών. Κι ο κόσμος που χρειάζεται μια παρηγοριά, ψάχνει από κάπου να πιαστεί, προσεγγίζοντας μερικές φορές την ψυχολογία του ποδοσφαιρικού οπαδού. Δε μπορείς όμως να τον κοροϊδέψεις και να του πεις πως η ήττα μας ήταν περιφανής νίκη, γιατί δεν είναι κάνας χουλιγκάνος χωρίς κριτήριο και θα νιώσει ότι τον υποτιμάς. Ούτε να του πεις μόνο για τις αντίξοες αντικειμενικές συνθήκες, το βαρύ στίβο και τα αγριογούρουνα που είχαν φάει κάτι αηδίες (βλέπε αστερίξ στους ολυμπιακούς αγώνες). Αυτά είναι σωστά και τα βλέπει από μόνος του, δεν χρειάζεται κάποιον τρίτο να του τα πει. Άσε που από μόνα τους δε φτάνουν να εξηγήσουν και τίποτα. Ο κόσμος θέλει αυτοκριτική, γενναία κι έμπρακτη, να του δώσεις και μια προοπτική που να δίνει διέξοδο από την στενωπό.
 
Αν δεν το κάνεις, ένας κόσμος θα πιαστεί από αυτόκλητους ειδικούς, προπονητές της κερκίδας, που ξέρουν πολλά και μοιάζουν σίγουροι για τον εαυτό τους και για την νίκη. Αλλά εάν τελικά δεν έρθει, θα είναι επειδή δεν τους άκουσαν κι έκαναν του κεφαλιού τους η (τεχνική) ηγεσία και το προπονητικό επιτελείο. Αυτοί είναι οι πρώτοι που την πληρώνουν μετά από άσχημες εμφανίσεις, στις διάφορες καφενειακές προσεγγίσεις. Και δεν είναι τυχαίο πως οι συνήθεις κριτικές προς την αλέκα είναι γηπεδικού τύπου κι επιπέδου. Πώς είναι έτσι μωρέ, άντε να την αλλάξετε, δεν πας πουθενά με τέτοια ηγεσία, κτλ.
 
Κάποιοι φίλοι της ομάδας λένε πως πρέπει να αλλάξουμε τακτική, αλλά αυτό που εννοούν στην ουσία είναι το επικοινωνιακό κομμάτι. Η επικοινωνία εντάσσεται στο κομμάτι της τακτικής, αν και συμπεριλαμβάνει τακτικίστικα κόλπα, που δεν πρέπει να συγχέονται με την τακτική. Ένα επικοινωνιακό τρικ για παράδειγμα, μπορεί να είναι κι ένα κάλεσμα «για συνεργασία της αριστεράς» με τους δικούς σου όρους (αντι-εε μέτωπο, διαγραφή χρέους, κοινωνικοποίηση μέσων παραγωγής κτλ) που ξέρεις ότι δε θα βρει ανταπόκριση, αλλά το κάνεις για να αποκρούσεις την πίεση του «ενωτικού» χυλού, που κι αυτός με επικοινωνιακούς όρους παίζει κι όχι επί της ουσίας.
 
Η τακτική όμως είναι κάτι πιο βαθύ κι ουσιαστικό, μια συμμαχία ή ένα μέτωπο που υπηρετεί τη στρατηγική σου και δε μπορεί να εξαντλείται σε επικοινωνιακές κινήσεις εντυπωσιασμού, γιατί το ζητούμενο είναι η ουσία κι όχι το φαίνεσθαι. Ο μουρίνιο πχ μπορεί να παίζει ψυχολογικά παιχνίδια (mind games) με τις δηλώσεις του αλλά αν η τακτική στο παιχνίδι της εκάστοτε ομάδας του περιοριζόταν σε αυτά, θα ‘ταν χαμένη από χέρι κι απ’ τα αποδυτήρια.
 
Οι σύντροφοι δε φαντασιώνονται εικονικές νίκες για να αποτινάξουν από πάνω τους το στίγμα της ήττας, ούτε κατατρύχονται από ηττοπάθεια. Γνωρίζουν όμως ότι η νίκη δεν έρχεται μια και έξω, σε μια μάχη, όταν μιλάμε για ταξικό πόλεμο, αλλά σε βάθος χρόνου, που μπορεί να ξεπερνάει τα δικά μας βιολογικά όρια. Δε διακατέχονται από μικροαστικά σύνδρομα που αναζητούν δικαίωση «εδώ και τώρα», ούτε τα βάζουν κάτω απογοητευμένοι μετά από χαμένες μάχες, γιατί έχουν περάσει πολλά κι έχουν φτιάξει γερό στομάχι.
 
Το θέμα είναι να μη συνηθίσουμε στις ήττες και ξεχάσουμε πώς έρχονται οι νίκες. Ο ραφαηλίδης έλεγε ότι οι κομμουνιστές είναι συνηθισμένοι να κερδίζουν μάχες αλλά να χάνουν τον πόλεμο. Τώρα που οι μικρές νίκες είναι είδος υπό εξαφάνιση κι έρχονται με το σταγονόμετρο, πώς ακριβώς θα έρθει η τελική νίκη στον πόλεμο; Εκτός κι αν έρθει διαλεκτικά, όπως σε εκείνο το παλιό επιτραπέζιο παιχνίδι που λεγόταν κερδίστε χάνοντας.
 
Εξάλλου όσα δεν φέρνει ο χρόνος, τα φέρνει η ώρα. Όπως με τα μικρά παιδιά, που μπορεί να συλλαβίζουν μικρές λέξεις μέχρι τα δύο ή τα τρία χρόνια τους κι οι γονείς τους να ανησυχούν ότι δε θα μιλήσουν ποτέ και τελικά παίρνουν μπρος και τα λένε όλα μαζεμένα. Το κίνημα μπορεί να βρίσκεται καιρό τώρα σε εμβρυακή κατάσταση και να αρνείται πεισματικά, σα μωρό, να ωριμάσει, αλλά δεν έχει πει ακόμα την τελευταία λέξη του. Ούτε καν την πρώτη..
Κι εδώ οι γνώμες διίστανται, αν πρέπει να του μιλάς απλοϊκά, να πηγαίνεις με τα νερά του κι ως εκεί που φτάνει η δική του πρόσληψη (ντου, ουστ, μνημόνιο) ή να του εξηγείς από τώρα την προοπτική και να προτρέχεις, για να τρέξει κι αυτός πίσω σου και να σε ακολουθήσει. Αυτό όμως είναι άλλου μωρού ευαγγέλιο...
 
Το βασικό είναι ότι εμείς δεν ψάχνουμε πιστούς, φανατικούς οπαδούς, αλλά ενεργούς αθλητές στον στίβο της ταξικής πάλης. Μπορεί κι επιβάλλεται να γίνει κριτική στις επιλογές του προπονητή για το σύστημα που παίζουμε (λαϊκή αντεπίθεση) για να φτάσουμε στο σύστημα που θέλουμε (σοσιαλισμός-κομμουνισμός). Το βασικό όμως είναι να παίξουμε και εμείς, αφήνοντας στον πάγκο τη γκρίνια των προπονητών της κερκίδας και την παθητικότητα.
 
Γιατί η δική μας ομάδα είναι σαν την κορίνθιανς του σόκρατες, όπου οι αποφάσεις παίρνονταν συλλογικά, κι ο προπονητής εκλέγεται. Και δεν χρειάζεται τίτλους στο σικέ κοινοβουλευτικό παιχνίδι, για να αποδείξει την αξία της. Αλλά η τελική νίκη θα είναι δική της, και το βάθος του ουρανού πάντα κόκκινο. Vencerémos.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου